
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση του UNEP, το 2011 οι συνολικές επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αυξήθηκαν κατά 17% σε σύγκριση με το 2010, φτάνοντας στα 257 δισ. δολάρια.
Μολονότι η αύξηση του προηγούμενου έτους ήταν σημαντικά μικρότερη από την ποσοστιαία μεταβολή 37% που καταγράφηκε το 2010, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική καθώς επιτεύχθηκε σε μια εποχή ταχείας πτώσης των τιμών στις ΑΠΕ.
Αναλυτικότερα, η συνολική επένδυση στα φωτοβολταϊκά εκτοξεύτηκε στα 147 δισ. δολάρια καταγράφοντας αύξηση 52%, ενώ στα αιολικά περιορίστηκε κατά 12% στα 84 δισ. δολάρια, ως αποτέλεσμα της μείωσης στο κόστος των ανεμογεννητριών, στην πολιτική αβεβαιότητα που επικρατεί στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη σχετική επιβράδυνση στην Κίνα. Από την άλλη πλευρά, η έκθεση 2012 Global Status Report που εκδόθηκε παράλληλα με εκείνη του UNEP από το Renewable Energy Policy Network υποστηρίζει πως η εγκατεστημένη ισχύς στα αιολικά ήταν μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη ΑΠΕ το 2011, καταγράφοντας αύξηση 20% στα 238 Γιγαβάτ.
Η ίδια έκθεση έδειξε πως το κόστος των επίγειων ανεμογεννητριών μειώθηκε κατά 10% το 2011, φέρνοντας το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια κοντά στην ισοτιμία δικτύου (grid parity) με τα ορυκτά καύσιμα. Στον αντίποδα της ανάπτυξης, συγκαταλέγονται οι περικοπές των επιδοτήσεων από πολλές κυβερνήσεις, έχοντας σαν αποτέλεσμα το κλείσιμο εργοστασίων στο διάστημα 2011-2012. “Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε ορισμένους τομείς των ΑΠΕ, και κυρίως στην ηλιακή, δίδει τη δυνατότητα ανάπτυξης σε νέες αγορές με χαμηλά κόστη. Αυτό είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, όπου μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει ελάχιστη ή καθόλου πρόσβαση σε σύγχρονες ενεργειακές υπηρεσίες” επισημαίνει ο Achim Steiner, Γενικός Διευθυντής της UNEP, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας.
Ωρίμαση του κλάδου
“Μπαίνουμε σε μια συναρπαστική περίοδο, με το κόστος της καθαρής ενέργειας να είναι πλέον ανταγωνιστικό στα ορυκτά καύσιμα. Η πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής είναι η μείωση των μηχανισμών στήριξης στο μακροπρόθεσμο μέλλον” όπως τονίζει ο Michael Liebreich διευθύνων σύμβουλος της Bloomberg New Energy Finance, υπογραμμίζοντας πως “Αυτή τη στιγμή πιέσεις στην προσφορά, καθώς οι τιμές συμπιέζονται, αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως οι καταναλωτές επωφελούνται. Τα χαρακτηριστικά αυτά αποτελούν μέρος της ωρίμασης του κλάδου”.
Στα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων τα εξής:
Το εθνικό πρόγραμμα φωτοβολταϊκών της Ινδίας βοήθησε να καταγραφεί μια εντυπωσιακή αύξηση κατά 62% στη συνολική ανάπτυξη των επενδύσεων. Την ίδια στιγμή, στη Βραζιλία υπήρξε αύξηση 8% στις επενδύσεις.
Οι ανταγωνιστικές προκλήσεις οδήγησαν σε απότομη πτώση των τιμών, ιδίως στην αγορά ηλιακής ενέργειας, δημιουργώντας σημαντικά οφέλη για τους αγοραστές, αλλά όχι και για τους κατασκευαστές.
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, εξαιρουμένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών, αντιπροσώπευαν το 44% όλων των νέων εγκαταστάσεων παραγωγής σε όλο τον κόσμο.
Οι επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα το 2011 ανέρχονταν σε 302 δισ. δολ., ενώ την ίδια στιγμή οι επενδύσεις στις ΑΠΕ (χωρίς τα μεγάλα υδροηλεκτρικά) ανέρχονταν σε 237 δισ..
Οι κορυφαίες επτά χώρες για τις ΑΠΕ (χωρίς τα μεγάλα υδροηλεκτρικά – Κίνα, Ηνωμένες Πολιτείες, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Ινδία και Ιαπωνία) αντιπροσωπεύουν περίπου το 70% του συνόλου των ανανεώσιμων πηγών σε όλο τον κόσμο.
Μέχρι το τέλος του 2011, το σύνολο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο υπερέβη τα 1.360 GW, καταγράφοντας αύξηση 8% σε σχέση με το 2010.